Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
της Κωνσταντίνας Καρακώστα
Πως ήταν δυνατό η Νέα Δημοκρατία, ένα παραδοσιακό κόμμα, να είναι εισηγήτρια ενός νομοσχεδίου που θεμελιώνει την ισότητα στον πολιτικό γάμο και τροποποιεί για τον λόγο αυτόν τον αστικό κώδικα. Είναι πράγματι όμως η Νέα Δημοκρατία ένα κόμμα που εκφράζει τον αξιακό πυρήνα μιας συντηρητικής πολιτικής ή ακόμη περισσότερο βρίσκεται όντως αποκλειστικά στα Δεξιά του πολιτικού φάσματος;
Την περίοδο του Διαφωτισμού δημιουργήθηκε το ιδεολογικό ρεύμα του φιλελευθερισμού, σκοπός του οποίου ήταν η πρόοδος και εξέλιξη του ατόμου μέσα σε συνθήκες απόλυτης ελευθερίας και ορθής κρίσης. Η Γαλλική Επανάσταση διέδωσε τα καλέσματα του φιλελεύθερου ρεύματος, το οποίο εξελίχθηκε δυναμικά τους επόμενους αιώνες. Στον αντίποδα βρισκόταν το συντηρητικό ρεύμα που κήρυττε την ανάγκη διατήρησης της αυστηρά δομημένης πολιτικής και κοινωνικής ιεραρχίας της μοναρχίας και της εκκλησίας καθώς και τις παγιωμένες οικονομικές δομές που είχαν εδραιωθεί στο πέρασμα των αιώνων.
Η επιστροφή του Καραμανλή τον Ιούλιο του 1974 συνοδευόταν από την απόφασή του για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα, πλήρως απαλλαγμένου από τα λάθη, τα πάθη και τις δουλείες του παρελθόντος. Η θεσμική ανανέωση και η εκ βάθρων αλλαγή των δομών και των λειτουργιών του πολιτικού συστήματος, με την παράλληλη στόχευση της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΟΚ αποτελούσαν κομβικούς εθνικούς άξονες. Έτσι στις 29 Σεπτεμβρίου 1974 ίδρυσε το κόμμα της «Νέας Δημοκρατίας», το οποίο απαρτιζόταν από «έμπειρες και υγιείς αλλά και από νέες προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις», όπως αναφέρεται στο κείμενο της ιδρυτικής διακήρυξής της. Στην ανάλυση των στόχων του νέου πολιτικού κόμματος ο Καραμανλής τόνισε την ανάγκη να βρεθεί έξω από τις «παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου, της Αριστεράς» και να θεωρεί όλους τους Έλληνες «όχι μόνον ίσους έναντι των νόμων, αλλά και με ίσα δικαιώματα», ενώ βασικό ζητούμενο ήταν να «ανανεώνεται διαρκώς από τίς νέες δυνάμεις τής χώρας, τις οποίες θεωρεί πάντα προνομιούχες, γιατί εκφράζουν αμεσότερα τον παλμό τής εποχής μας».
Η ιδρυτική διακήρυξη επομένως του νέου κόμματος αναδείκνυε πέραν πάσης αμφιβολίας το ευρύ ιδεολογικό, πολιτικό και κοινωνικό φάσμα της Νέας Δημοκρατίας και της προσέδιδε μια ουσιώδη πολυσυλλεκτική δυναμική, εκφράζοντας ταυτόχρονα τις παραδοσιακές αξίες αλλά και τις νέες ιδέες. Η πολιτική φυσιογνωμία της, έξω από δογματικές ετικέτες, ήταν βαθύτατα μεταρρυθμιστική καθώς αυτή «επιλέγει και συντηρεί από την παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα» και ταυτόχρονα «προχωρεί διαρκώς με μεγάλα, τολμηρά αλλά και ασφαλή βήματα στις νέες συνθήκες».
Οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται κάθε φορά απαιτούν προσαρμοστικότητα, γεγονός που παραδέχτηκε σε συνέντευξή του και ο ίδιος ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας: «Η συναίσθηση των τεράστιων ευθυνών που ανελάμβανα απασχολούσε τόσο τη σκέψη μου ώστε να αποκλείει κάθε είδος συγκινήσεως. Ενθυμούμαι ότι, όταν βγήκα από το αεροπλάνο και προχωρούσα συνωθούμενος μέσα στο πλήθος, μου ζήτησαν να τους πω μερικά λόγια. Δεν υπήρχε μικρόφωνο και ήταν τόσος ο θόρυβος που ήταν αδύνατο να γίνω ακουστός. Έτσι αναγκάσθηκα να φωνάξω και μάλιστα σε έντονο ύφος “Σωπάστε λοιπόν”. Τότε ένας γέρος που ήταν ακριβώς πίσω μου, μουρμούρισε “Ίδιος έφυγε, ίδιος γυρίζει”. Και ο γέρος είχε δίκιο. Δεν αλλάζει εύκολα ο άνθρωπος. Είναι οι συνθήκες που αλλάζουν και μας αναγκάζουν να προσαρμοζόμαστε στις νέες πραγματικότητες. Η πείρα του του παρελθόντος απλώς βοηθάει σ’ αυτή την προσαρμογή».