Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Δημήτρη Καμπουράκη
Είναι η κάλπη φυσικά που θα έχει τον τελευταίο και καθοριστικό λόγο, όμως ακόμα και στην επαλήθευση του πιο αισιόδοξου σεναρίου για το ΠΑΣΟΚ, πάλι είναι δεδομένο ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης θα έχει χάσει μια ιστορική ευκαιρία για τον ίδιον και το κόμμα του. Σήμερα, το εξαιρετικό σενάριο είναι να πάρει το ΠΑΣΟΚ ένα «καλό διψήφιο νούμερο», αυτό διεκδικεί και διατυμπανίζει η ηγεσία του σε όλη την προεκλογική περίοδο, θέτοντας το μάλιστα ως όρο για να μετέχει οργανικά στις διεργασίες για κυβέρνηση.
Πρακτικά, το «καλό διψήφιο» σημαίνει το πολύ ένα 12%, άρα ο κ. Ανδρουλάκης θα είναι ικανοποιημένος ακόμα και μ’ ένα 11%, ενώ πιθανότατα θα θεωρήσει υποφερτό ένα 10,5%.
Καλλιέργησε ελπίδες, αλλά…
Οι δημοσκοπήσεις βέβαια, όσο πλησιάζουμε προς τις κάλπες δείχνουν μια συμπίεση του ΠΑΣΟΚ προς τα κάτω, με αποτέλεσμα όλες να το εμφανίζουν μονοψήφιο στην πρόθεση ψήφου και μόνο με τις αναγωγές των αναποφάσιστων κάποιες να το ανεβάζουν πάνω από το 10%. Αλλά ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι το εκλογικό του ποσοστό θα προσεγγίσει το ανώτατο σημείο του περιθωρίου στατιστικού λάθους και πιάσει το (σημερινά) πολυπόθητο 12%, πάλι θα απέχει δραματικά από τις ελπίδες που καλλιεργήθηκαν σ’ αυτό το ιστορικό κόμμα πριν από μόλις ενάμισι χρόνο.
Υπενθυμίζω ότι τον Δεκέμβριο του 2021 εκλέχτηκε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μέσα σε συνθήκες μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης λόγω του θανάτου της Φώφης Γεννηματά. Στην ευνοϊκότατη γι αυτόν φόρτιση, προστέθηκε και η σαρωτική του νίκη στις εσωκομματικές εκλογές εναντίον των υπολοίπων υποψηφίων, αλλά κυρίως επί του ίδιου του Γιώργου Παπανδρέου που προσπάθησε να επανέλθει στην ηγεσία του κόμματος το οποίο ίδρυσε ο πατέρας του και (κατά πολλούς) κατέστρεψε αυτός. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, νέος και άφθαρτος πολιτικός άνδρας, μπήκε θριαμβευτής και φουριόζος στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό, υποσχόμενος αναγέννηση του παλιού κραταιού ΠΑΣΟΚ που από το 2012 είχε περιπέσει στην κατηγορία του πολιτικού κομπάρσου.
Χαμένη ιστορικά ευκαιρία
Αν ρίξουμε μια ματιά στο σημερινό ΠΑΣΟΚ και στο ΠΑΣΟΚ της πρώτης Ανδρουλακικής εποχής, θα καταλάβουμε αμέσως γιατί μιλάμε για χαμένη ιστορικά ευκαιρία. Ο βασικός στόχος που είχε θέσει για το κόμμα του ο νέος αρχηγός ήταν η επάνοδος του ΠΑΣΟΚ στην θέση του δεύτερου πόλου, ως βασικό αντιπάλου της ΝΔ. Αυτό πρακτικά σήμαινε υπερφαλάγγιση του ΣΥΡΙΖΑ και εγκαθίδρυση του παλιού δικομματισμού που κυριάρχησε στην μεταπολίτευση. Εκείνη την εποχή, η επιδίωξη αυτή δεν φαινόταν διόλου ανεδαφική, οι δημοσκοπήσεις έφερναν το ΠΑΣΟΚ στο 16% να πλησιάζει επικίνδυνα έναν ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπικά καθηλωμένο και πολιτικά αποστεωμένο.
Τίποτα δεν του κάθισε…
Η αλήθεια είναι όμως ότι μέσα σ’ αυτόν τον ενάμισι χρόνο, σχεδόν τίποτα δεν πήγε καλά για τον Ανδρουλάκη. Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησε έναν διμέτωπο που μετά την ιστορία των υποκλοπών μεταβλήθηκε σε μονομέτωπο εναντίον της κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη. Ή μάλλον για να είμαι ακριβοδίκαιος, κατέληξε σε μια αναλογία 80%-20%, όπου το 80% ήταν αντιδεξιά ρητορεία και το 20% προσπάθεια να μην δείξει κολλημένος στο άρμα του Τσίπρα. Αυτή η διαχρονικά νευρωτική κατάσταση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, δυο χτυπήματα από δω, ένα από κει και πάλι δύο από δω, κάθε άλλο παρά υπεύθυνη και φυσιολογική πολιτική δύναμη έδειχνε στον κόσμο.
Εκεί όμως που κυριολεκτικά την πάτησε ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν στο θέμα της κυβερνησιμότητας. Θεώρησε ότι το «αντιδεξιό DNA» του παλιού ΠΑΣΟΚ υπερτερούσε του «κυβερνητικού DNA», ξεχνώντας ότι το κόμμα του Ανδρέα ήταν ανέκαθεν κόμμα εξουσίας. Ξεχνώντας επίσης ότι οι εναπομείναντες ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ δεν ήθελαν να βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε ζωγραφιστό. Με την απίθανη από κάθε άποψη θέση ότι δεν θα συνεργαστεί με κανένα κόμμα και στην συνέχεια ότι ίσως συνεργαστεί υπό την ατσάλινη προϋπόθεση ότι θα φύγουν από την μέση ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας, ο Νίκος Ανδρουλάκης πέρασε από το πεδίο του κανονικού στον χώρο του παράλογου. Με μια μπαταριά πιστοποίησε σε όλους ότι πρώτον δεν είναι υπεύθυνη κυβερνητική δύναμη και δεύτερον ότι τα επιχειρήματα του δεν στέκουν λογικά.
Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ του έκλεισε την πόρτα
Θα μπορούσε πολύ εύκολα να έχει υιοθετήσει μια άλλη υπεύθυνη γραμμή που θα εγγυόταν ότι η χώρα δεν θα έμενε ακυβέρνητη και επίσης θα εγγυόταν ότι το ΠΑΣΟΚ ως κυβερνητικός εταίρος θα έμπαινε ανάχωμα στις ακραίες φωνές και πρακτικές τόσο του ενός όσο και του άλλου μεγάλου. Δεν το έκανε, αντιθέτως άφησε την εντύπωση ότι ο Ανδρουλάκης θα είναι αυτός που θα σπρώξει την χώρα σε δεύτερες ή και τρίτες εκλογές, λόγω της πλήρους αδιαλλαξίας του. Η δημοσκοπική του συμπίεση όσο πλησιάζουν οι κάλπες ήταν το πιο λογικό και αναμενόμενο πράγμα του κόσμου. Η εξαγριωτική του επίθεση στο ντιμπέιτ ότι «θα στείλει φυλακή» όσους τον παρακολούθησαν, δηλαδή τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δείγμα πανικού και ανορθολογισμού, έδωσε απλώς μια νέα ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα να ξανακάνει πάρτι επί του θέματος. Ο Ανδρουλάκης θα έπρεπε να έχει μάθει μερικά πράγματα από το προηγούμενο διάστημα. Αν και ο ίδιος ήταν ο πρωταγωνιστής και το θύμα του σκανδάλου, όλες τις φορές που προσπάθησε να το χρησιμοποιήσει προς όφελος του βρέθηκε γκαρσόνι στο πάρτι που έκανε ο Τσίπρας με το θέμα.
Τώρα πια, με τις κάλπες να φαντάζουν μπροστά στα μάτια μας, ο Ανδρουλάκης υποτίθεται ότι επιδιώκει ένα καλό διψήφιο νούμερο για να έχει δύναμη στις διαπραγματεύσεις, στην πραγματικότητα όμως εύχεται να δει τον Κυριάκο καθαρό νικητή και αυτοδύναμο ώστε να μην χρειαστεί να μπει σε κανένα δίλημμα, ούτε να υποχρεωθεί να επαναλάβει μετεκλογικά αυτά που έλεγε προεκλογικά. Ενδέχεται να το δει να γίνεται πραγματικότητα. Διότι η πτωτική πορεία των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ που έφερε η αλλοπρόσαλλη γραμμή Ανδρουλάκη οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερη δημοσκοπική καθίζηση (στο 8,5% το έβρισκαν στην αρχή της βδομάδας) η οποία καθίζηση δείχνει να φέρνει τον Μητσοτάκη πολύ πιο κοντά σε κανονικό εκλογικό θρίαμβο.
Αυτό οδήγησε τον αρχηγό της ΝΔ να γκρεμίσει μια βδομάδα πριν την κάλπη κάθε γέφυρα συνεννόησης με το ΠΑΣΟΚ. Εκεί που ο Ανδρουλάκης δεν ήθελε συγκυβέρνηση με τον Μητσοτάκη, είναι πια ο Μητσοτάκης που αποδιώχνει τον Ανδρουλάκη. Και απομένει μόνο ο Τσίπρας να συνεχίσει να μιλά για «προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας» ενώ υπολείπεται κάμποσες μονάδες από την ΝΔ, άρα δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ. Μιλάμε για μια χαοτική πολιτική γραμμή που δεν οδηγεί πουθενά τον εμπνευστή του και το κόμμα του. Τελικά, όλοι για τον Μητσοτάκη δούλεψαν και δουλεύουν.