Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου
του Ανδρέα Κωνσταντάτου
Ο Αλέξης Τσίπρας με την πολιτική της πόλωσης και του διχασμού που ακολουθεί απομακρύνεται συνειδητά από το κέντρο – που δεν είχε και τις καλύτερες των επιδόσεων – προκειμένου να αγκαλιάσει την αριστερή, αντιμητσοτακική και κυρίως αντισυστημική ψήφο.
Με παιάνες του ΕΑΜ , με νέο «ριφιφί» στον παπανδρεϊσμό, με αμφισβήτηση της Δημοκρατίας και με σχέδιο «επαναφοράς» της «με το άγριο», με τα «μπρο..εδρικά» σποτάκια για τους απολιτίκ νέους, επιχειρεί να ανασυνταχθεί, καθώς το βασικό αφήγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης» που του έδινε διέξοδο στην εξουσία, καταρρέει.
Μέσα σ αυτό τον αριστερό αντισυστημικό αχταρμά, χώρεσε και την τρομοκρατική οργάνωση «17Ν». Έφτασε στο σημείο, με την τροπολογία του στη Βουλή για τον αποκλεισμό του κόμματος Κασιδιάρη από τις εκλογές, να την εξαιρέσει(!), επειδή όπως είπε ο κ. Θ. Ξανθόπουλος – τομεάρχης δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ «η πρακτική της δεν έχει στον πυρήνα της τη ναζιστική ιδεολογία»!!!
Πρόκειται για μια ανήκουστη άποψη, οτι η «17Ν» έχει το δικαίωμα, από τον ΣΥΡΙΖΑ, να κατέβει στις εκλογές ως κόμμα αν το αποφασίσει. Και αυτή η θέση διακηρύσσεται στη Βουλή, με τον κ. Τσίπρα να εμφανίζεται ταυτόχρονα προστάτης της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης! Θού Κύριε!
Από το κέντρο στα άκρα
Η προεκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει με ένα μεγάλο εκκρεμές. Από το άνοιγμα στο μεσαίο χώρο και την «προοδευτική διακυβέρνηση» με το ΠΑΣΟΚ, στην άλλη άκρη της υπεράσπισης μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, για την οποία ο εκπρόσωπός του στη Βουλή ανέφερε πως απλά «είναι μια κατηγορία πολιτών που έχουν μια στρεβλή, άλλη αντίληψη για την οποία η δημοκρατία αμύνεται και έχει λάβει τα μέτρα της».
Με λίγα λόγια η δολοφονία 23 ανθρώπων -πολιτικών, εκδοτών, διπλωματών, απλών πολιτών- έγινε εξαιτίας μιας άλλης, «στρεβλής αντίληψης» κάποιων για τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη, τη χώρα και τους πολίτες, γι’ αυτό επιβραβεύεται με τη ΣΥΡΙΖΑική άδεια, σύστασης πολιτικού κόμματος.
Εδώ τα πράγματα μπλέκονται ακόμα περισσότερο.
Ποια ακριβώς είναι η αντίληψη του κ. Τσίπρα για τη Δημοκρατία, την οποία θέλει να επαναφέρει, κατά τον κ. Σπίρτζη «είτε με το καλό, είτε με το άγριο»; (Το είπε ο αθεόφοβος και κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον αποδοκίμασε, ούτε μας εξήγησαν τι εννοούν Δημοκρατία με το «άγριο»).
Μήπως θέλουν να ολοκληρώσουν όσα δεν πρόλαβαν κατά την «πρώτη φορά αριστερά», να ελέγξουν τους «αρμούς” της εξουσίας» και δεν μας το λένε καθαρά;
Επικίνδυνα παιχνίδια
Η αμφισβήτηση πάντως της Δημοκρατίας από τον κ. Τσίπρα, μαζί με την αμφισβήτηση της απόρριψης από την πλειοψηφία της Βουλής της πρότασης μομφής του, γεννούν προβληματισμούς και ερωτήματα.
Που το πάει ο κ. Τσίπρας όταν αμφισβητεί τη σημερινή Δημοκρατία, αλλά και την πλειοψηφία του κοινοβουλίου, χωρίς να υπάρξουν αδιαμφισβήτητα στοιχεία δυσαρμονίας του λαϊκού αισθήματος και κυβέρνησης;
Αν η Δημοκρατία σήμερα δεν λειτουργεί, πως θα μπορέσει να οδηγήσει τη χώρα, η κυβέρνηση σε ελεύθερες και έγκυρες εκλογές; Δεν μας μιλάει καθαρά, δεν μας λέει τι εννοεί, αλλά σπέρνει αμφιβολίες, έτσι ώστε σε περίπτωση μεγάλης ήττας του να αμφισβητήσει τις εκλογές και τη νίκη του αντιπάλου του, α λα Τραμπ και Μπολσονάρο.
Σε αυτά τα μονοπάτια τον οδηγεί η δύσκολη πραγματικότητα. Όταν μετά από τέσσερα χρόνια στην αντιπολίτευση, δεν έχει να πει κάτι σοβαρό στον ελληνικό λαό για το μέλλον του, για την οικονομία, την ευημερία του, τη δουλειά, την ασφάλεια των πολιτών και τον εκσυγχρονισμό του κράτους, αλλάζει γήπεδο περνά στην κινδυνολογία, δημιουργεί εχθρούς και διχασμό για να αποπροσανατολίσει τους ψηφοφόρους ώστε να μην δουν την πολιτική ανικανότητα του κόμματος του… Γνωστή η συνταγή.
Μπάζει νερά η «Προοδευτική Διακυβέρνηση»
Η παραδοξότητα της εκλογικής τακτικής του Αλέξη Τσίπρα, βρίσκει την κορύφωση της στο βασικό εκλογικό του αφήγημα της «προοδευτικής διακυβέρνησης».
Ο κ. Τσίπρας, παρατήρησε μια μικρή αλλά ουσιώδη μετατόπιση στις θέσεις του κ. Ανδρουλάκη για τις μετεκλογικές εξελίξεις, όταν μίλησε για κυβέρνηση από την πρώτη κάλπη χωρίς βέτο για τη θέση πρωθυπουργού. Ανησύχησε πως ο κ. Ανδρουλάκης δεν αποκλείει, πια, μια συνεργασία με τη ΝΔ, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και προσπάθησε να τη διεμβολίσει, με εκείνη την απίθανη αλλά προσχεδιασμένη φράση της κας Τσαπανίδου, περί εκβιασμών και ομηρίας του από το Μέγαρο Μαξίμου.
Το μήνυμα που έστειλε με την Πόπη, η Κουμουνδούρου, ήταν απειλητικό και σαφέστατο. «Ή έρχεσαι μαζί μας και είσαι ήρωας, προοδευτικός και δημοκράτης ή πας με τον Μητσοτάκη και είσαι πουλημένος και εκβιαζόμενος».
Ταυτόχρονα όμως ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε και μια νέα επίθεση φιλίας στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, προκαλώντας την σκληρή αντίδραση του Νίκου Ανδρουλάκη, που κατάλαβε πως ο κ. Τσίπρας, που ήταν δίπλα του, τους προηγούμενους μήνες ήταν ένας …λύκος με προβιά προβάτου.
Η αλλαγή πολιτικής του Ανδρουλάκη κορυφώθηκε με τη ανάρτηση φωτογραφίας Τσίπρα -Καμμένου σφιχταγκαλιασμένους. Μια κίνηση που προβλημάτισε τη Κουμουνδούρου, η οποία δεν επιθυμεί να στηθεί εν νέου ένα αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Εξ ου και το άνοιγμα που έκανε από τη Θεσσαλονίκη ο κ. Τσίπρας όταν ανέφερε πως ο μόνος αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Μητσοτάκης και κανένας άλλος.
Προτάσεις χρεοκοπίας….
Η καμπάνια του για την επαναφορά της Δημοκρατίας «με τον καλό τρόπο ή με τον άγριο» δεν έχει αποδώσει στην κοινωνία, την οποία δεν μπορεί να πείσεις -πέραν των ήδη πεισμένων- για κινδύνους που δεν βλέπει και η οποία, πρωτίστως τώρα, κοιτάει την τσέπη της. Έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ επανήλθε στο γήπεδο του Μητσοτάκη, την οικονομία, με ένα πρόγραμμα σύμφωνα με την κυβέρνηση, ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ!
Έχει τάξει τα πάντα, μειώσεις ΦΠΑ στα τρόφιμα, ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, αυξήσεις συντάξεων, κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, που ο ίδιος ψήφισε , αυξήσεις μισθών σε δημόσιους υπαλλήλους και ιδιωτικούς, επαναφορά συλλογικών συμβάσεων, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ και μια σειρά άλλα.
Το μόνο που απουσιάζει είναι το σχέδιο ανάπτυξης της οικονομίας και αύξησης των εσόδων του κράτους για την υλοποίηση των υποσχέσεων.
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, η κοστολόγηση των υποσχέσεων του κ. Τσίπρα που ανέρχεται σε βάθος 4ετίας στα 44 δισεκατομμύρια, το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της χώρας, θα μας οδηγήσει ξανά πίσω στο 2009.
Και δεν πρέπει να είναι μακριά από την πραγματικότητα, τα νούμερα που δίνει η κυβέρνηση, καθώς για τα δυο πρώτα μέτρα, τις μειώσεις έμμεσων φόρων – από τις οποίες επωφελούνται πρωτίστως οι έχοντες- το εύκολα υπολογισμένο ποσό ανέρχεται στα 14 δισεκατομμύρια σε απώλειες δημοσίων εσόδων. Από τη μείωση του ΦΠΑ 6 δισ. και από τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης καυσίμων άλλα 8 δισεκατομμύρια .
Ούτε μαρουλόφυλλα να ήταν βρε Αλέξη!