του Rafa de Miguel (*)
Ο ραδιοφωνικός παραγωγός Νικ Φεράρι έκανε την ίδια ερώτηση και στους δύο υποψήφιους για να διαδεχθούν τον Μπόρις Τζόνσον: «Αν εκλεγείτε πρωθυπουργός, θα εξετάσετε την επιβολή δελτίου στην ενέργεια;»
Η απάντηση του Ρίσι Σούνακ, που θα αποδεικνυόταν αργότερα ο μεγάλος χαμένος, ήταν όπως όλες οι απαντήσεις του: μετριοπαθής, στρογγυλεμένη, ανοιχτή: «Δεν αποκλείω καμιά πιθανότητα». Η απάντηση της Λιζ Τρας, πάλι, ήταν βαθιά ιδεολογική: «Όχι», απάντησε, λες και η διατύπωση του ερωτήματος και μόνο αποτελούσε μια προσβολή για ένα ισχυρό κράτος όπως το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Τρας κατάφερε να προσελκύσει (με ποσοστό 57,2%) την πλειοψηφία των συντηρητικών μελών του κόμματος με μια ισχυρή δόση νεοσυντηρητισμού, αισιόδοξου πατριωτισμού και οικονομικού βολονταρισμού. Η υπόσχεσή της να μειώσει αμέσως τους περισσότερους φόρους, παρά τον πληθωρισμό που μαστίζει τη χώρα της, στηρίζεται σε αυτόν τον φαύλο κύκλο που εφάρμοσαν ο Ρίγκαν και η Θάτσερ: έναν συνδυασμό χαμηλής φορολογικής πίεσης και περιορισμένων κοινωνικών δαπανών ώστε να προωθηθεί μια μεγαλύτερη ανάπτυξη της οικονομίας (με τίμημα την αύξηση των ανισοτήτων).
«Οι άνθρωποι που έχουν υψηλότερα εισοδήματα πληρώνουν περισσότερους φόρους, άρα όταν μειώνεις τους φόρους εμφανίζονται να είναι οι πιο ευνοημένοι», είπε η Τρας την περασμένη εβδομάδα στο BBC. «Πιστεύω όμως ότι δεν είναι σωστό να αναλύουμε τα πάντα από την οπτική της ανακατανομής. Εγώ θέλω η οικονομία να αναπτύσσεται, γιατί αυτό ωφελεί όλο τον κόσμο. Η οικονομική συζήτηση των τελευταίων 20 ετών περιστράφηκε γύρω από το ζήτημα της κατανομής του πλούτου. Και το αποτέλεσμα ήταν μια σχετικά βραδεία ανάπτυξη.»
Η νέα πρωθυπουργός επιφύλαξε στην επινίκια ομιλία της ωραία λόγια για τον προκάτοχό της, ενταφίασε όμως χωρίς περιστροφές το οικονομικό μήνυμα της τελευταίας τριετίας. Εγκαταλείφθηκε έτσι η ιδέα της ανακατανομής του πλούτου ανάμεσα στις πιο πλούσιες περιοχές της νότιας Αγγλίας και τις λιγότερο ευνοημένες του Βορρά (το περίφημο levelling up του Τζόνσον). Ο στόχος είναι να σημειωθεί η μέγιστη δυνατή ανάπτυξη μέχρι το ραντεβού με τις κάλπες, που θα δοθεί σε δύο χρόνια. Η ίδια η Τρας ξεκαθάρισε ότι οι εκλογές δεν θα γίνουν νωρίτερα.
Το μόνο καλό είναι ότι η Τρας και το επιτελείο της δεν θυσιάζουν στον βωμό των εκλογών και τις άμεσες ανάγκες του πληθυσμού. Εκτός από τη δημοσιονομική επανάσταση, έτσι, η Τρας υποσχέθηκε και ένα πακέτο πολλών εκατομμυρίων λιρών ως ενίσχυση για τις ευάλωτες οικογένειες. Και αυτό αποτελεί ίσως μια δικαίωση του περίφημου δόγματος του αμερικανού πολιτικού Μάριο Κουόμο: μπορεί να διεξάγεις προεκλογική εκστρατεία με στίχους, κυβερνάς όμως με πρόζα. Όταν ήταν άλλωστε υπουργός Διεθνούς Εμπορίου, η Τρας φρόντισε με επιμονή και μεθοδικότητα να κλείσει εμπορικές συμφωνίες για όλο τον κόσμο, ώστε να δικαιολογήσει τον ισχυρισμό ότι με το Brexit η Βρετανία θα γινόταν πιο ελεύθερη.
Από τότε προετοίμαζε η Τρας την εκστρατεία της για την ανάληψη της πρωθυπουργίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι έκλεινε συμφωνίες με την ίδια ταχύτητα που τις αναρτούσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι συνεργάτες της χαρακτήριζαν άλλωστε ειρωνικά το υπουργείο της «Υπηρεσία ινσταγκραμοποίησης της Τρας»…
Αυτός ο έλεγχος της εικόνας της τη βοήθησε όταν έγινε υπουργός Εξωτερικών να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στις Βρυξέλλες, παρόλο που το 2016 είχε κάνει εκστρατεία υπέρ του Remain. Η Λιζ Τρας μετατράπηκε σε εκπρόσωπο των ευρωσκεπτικιστών και των νεοσυντηρητικών του κόμματος, κάτι που τη βοήθησε να κερδίσει την πρωθυπουργία, αλλά που την ίδια στιγμή εξηγεί και τη δυσπιστία της πλειοψηφίας των Βρετανών προς το πρόσωπό της.
(*) Ο Ράφα ντε Μιγκέλ είναι αρθρογράφος της El Pais