Δασκάλες που δίδαξαν και διδάσκουν την ελληνική γλώσσα σε βαλκανικές χώρες τίμησε ο Σύλλογος «Αέροπος» για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας στα Βαλκάνια, σε εκδήλωση που διοργάνωσε στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών.

Τιμητική πλακέτα απονεμήθηκε στη Χριστίνα Τραϊκόβα, η οποία σπούδασε βοηθός φαρμακοποιού στη Βόρεια Μακεδονία και μάνατζερ ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και από την αγάπη της για την ελληνική γλώσσα ξεκίνησε να διδάσκει ελληνικά στο φροντιστήριό της. Τιμητική πλακέτα παρέλαβε και η Νίκη Παπαδοπούλου, από τη Θεσσαλονίκη, η οποία ήταν καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Κομράτ, στη Μολδαβία, στην έδρα των ελληνικών. Η ίδια, μετά την ανάκλησή της από το υπουργείο λόγω της οικονομικής κρίσης, συνταξιοδοτήθηκε, αλλά η αγάπη της για την ελληνική γλώσσα και τη διάδοσή της την έκανε να παραμείνει στην Γκαγκαουζία και να συνεχίσει το έργο της με τη βοήθεια του «Αέροπου».

Παραλαμβάνοντας την πλακέτα, η κ. Παπαδοπούλου επισήμανε ότι στο Κομράτ όπου εργάζεται, έγινε κάτι πολύ σημαντικό, καθώς τα ελληνικά εισήχθησαν στο πανεπιστήμιο ως υποχρεωτικό μάθημα σε σχολή ξένων γλωσσών αλλά και στο κολλέγιο και έτσι τα παιδιά τα διδάσκονται στη σχολή τουρισμού για τρία χρόνια. «Όσοι διδάσκουμε ελληνικά δημιουργήσαμε στο Κομράτ μια ελληνική οικογένεια», πρόσθεσε.

Τιμητικές πλακέτες απονεμήθηκαν, επίσης, από τον Σύλλογο στις δασκάλες Σοφία Παυλίδου, Μαρία Ικιζλή και Γεωργία Βαρδαμάσκου, οι οποίες δεν κατάφεραν να παραστούν στην εκδήλωση. Η κ. Παυλίδου γεννήθηκε από Έλληνες γονείς, καταγόμενους από το Κιλκίς και τώρα βρίσκεται στο Βέλες της Βόρειας Μακεδονίας, όπου ζει και διατηρεί για τον «Αέροπο» τμήμα διάδοσης της ελληνικής γλώσσας. Η κ. Ικιζλή, η οποία κατάγεται από την Γκαγκαουζία, κατά τη διάρκεια των σπουδών της στο πανεπιστήμιο του Κομράτ, φοίτησε στο τμήμα Ελληνικών Σπουδών, όπου και αγάπησε την ελληνική γλώσσα. Επί μία τριετία δίδασκε την ελληνική στα τμήματα που δημιουργούσε ο «Αέροπος» στις πόλεις της Γκαγκαουζίας. Η Γεωργία Βαρδαμάσκου ελληνικής καταγωγής δέχτηκε να διδάξει την ελληνική γλώσσα σε τμήμα εκμάθησης που δημιούργησε ο «Αέροπος» στη Βουλγαρία.

Κατά την εκδήλωση απονεμήθηκαν ακόμη τιμητικές πλακέτες στο ζεύγος Θεοχάρη και Λήδας Παπαμανώλη από την Πάτρα και στον εκλιπόντα Χρήστο Ζιώγα από το Κιλκίς για την προσφορά τους στο έργο του Συλλόγου.

Οι προσπάθειες του «Αέροπου»

Στις προσπάθειες του «Αέροπου» αναφέρθηκε ο πρόεδρός του Σωτήρης Χρυσάφης, συνταξιούχος (σήμερα) καθηγητής οδοντιατρικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Όταν πριν από πολλά χρόνια επισκέφθηκε τη Στρούμιτσα της Βόρειας Μακεδονίας, από όπου κατάγεται, διαπίστωσε, όπως είπε, ότι οι απόγονοι των ελληνικής καταγωγής κατοίκων της περιοχής δεν γνώριζαν την ελληνική γλώσσα. Έτσι σκέφτηκε να ξεκινήσει μια προσπάθεια δημιουργίας φροντιστηρίων, όπου τα μικρά παιδιά θα μπορούσαν να διδάσκονται τα ελληνικά. Το 2000 αποφασίστηκε να δημιουργηθεί ο Σύλλογος, ακριβώς για τον σκοπό αυτό, ενώ σήμερα ο «Αέροπος» συμπληρώνει είκοσι χρόνια λειτουργίας. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκαν οκτώ τμήματα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στη Βόρεια Μακεδονία, τέσσερα στη Βουλγαρία και δώδεκα στη Μολδαβία και συγκεκριμένα στην επαρχία της Γκαγκαουζίας.

Κ. Γκιουλέκας: «Πολύ σημαντικές προσπάθειες έγιναν μέσα από την ιδιωτική πρωτοβουλία»

Μιλώντας στην εκδήλωση, ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με τη ΝΔ Κώστας Γκιουλέκας, επισήμανε ότι μέσα από την ιδιωτική πρωτοβουλία έγιναν πολύ σημαντικές προσπάθειες, ενώ ανέφερε ότι ακόμη και η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε από αυτήν, με τη Φιλική Εταιρεία.

Σχολίασε, παράλληλα, ότι η επιλογή του τόπου όπου διδάσκονται τα ελληνικά δεν είναι τυχαία καθώς πρόκειται για τόπους όπου ομιλείτο η ελληνική γλώσσα και υπήρχε ένας πολύ ακμαίος πολιτισμός.

Ανάγκη να συνεχιστεί η προσπάθεια

Ο κ. Χρυσάφης αναφερόμενος στα ελληνικά, μίλησε για την πλέον μακροχρόνια και με διαρκή παρουσία γλώσσα εδώ και 4000 χρόνια. Τόνισε, επίσης, ότι υπήρξε οικονομική ενίσχυση της όλης προσπάθειας από το ελληνικό κράτος, φορείς της Αυτοδιοίκησης, το υπουργείο Εξωτερικών και ορισμένους ιδιώτες, και σχολίασε ότι το πρόβλημα ξεκίνησε το 2010 λόγω της οικονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να λιγοστεύει η χρηματοδότηση και πλέον να έχουν παραμείνει ενεργά μόνο τρία τμήματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας, δύο στην Γκαγκαουζία και ένα στο Βέλες.

«Διαδίδοντας την ελληνική γλώσσα στη νέα γενιά των παιδιών, μεταδίδαμε όχι μόνο τη γλώσσα, αλλά και τη φιλία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των λαών. Γιατί όταν τα παιδιά μαθαίνουν μια γλώσσα, είναι πιο εύκολο να νιώθουν άνετα γνωρίζοντας τον γείτονά τους, παρά όταν είναι εντελώς ξένοι», είπε και πρόσθεσε: «Το έργο αυτό θα είναι κρίμα να μην μπορεί να συνεχιστεί. Εύχομαι η νέα γενιά να αναλάβει το σύλλογο και να συνεχιστεί το έργο του».