του Massimo Nava*

Το αποτέλεσμα των γαλλικών προεδρικών εκλογών προκάλεσε ένα κύμα αναλύσεων και σχολίων, των οποίων ο κοινός παρονομαστής είναι η έκπληξη για τον κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα του αποτελέσματος και των δυνάμεων στο πολιτικό πεδίο. Λίγοι δείχνουν να θυμούνται ότι η μάχη του 2022 απλώς αναπαρήγαγε μια κατάσταση που είναι βαθιά ριζωμένη στην ιστορία της 5ης Δημοκρατίας. Το 2017, η Μαρίν Λεπέν είχε επίσης περάσει στον δεύτερο γύρο, όπως και ο πατέρας της δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα. Αυτή τη φορά ξεπέρασε το 40%. Μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι πρόκειται για μια σταθερή παρουσία;

Ηδη το 2017, τα δύο μεγάλα κόμματα που πρωταγωνίστησαν στη ζωή της 5ης Δημοκρατίας είχαν αποκλειστεί από τον δεύτερο γύρο. Και το παιχνίδι παίχτηκε ανάμεσα στους ηγέτες δύο κινημάτων. Το ένα, με αρχηγό τη Μαρίν Λεπέν, είχε ασθενείς δομές και αναγκάστηκε να ζητήσει δάνειο από τη Ρωσία. Το άλλο, με αρχηγό τον Εμανουέλ Μακρόν, είχε ιδρυθεί μόλις έναν χρόνο πριν από τις εκλογές. Μια άλλη έκπληξη του 2017 δεν αποτελεί πλέον έκπληξη, αλλά επιβεβαίωση: ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, o 70χρονος ηγέτης της ριζοσπαστικής Αριστεράς που έχει συγκεντρώσει γύρω του μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων, οικολόγους, πολλούς νέους, αλλά και κάποιους οπαδούς της Λεπέν.

Το 2017, τα αντισυστημικά κόμματα και κινήματα έφταναν το 40%. Το 2022, τα ποσοστά τους αθροίζονται σε 60%. Αν ο Μακρόν είχε χάσει, θα έπρεπε να αρχίσουμε να γράφουμε μια διαφορετική ιστορία της Γαλλίας και της Ευρώπης. Η ανοικοδόμηση όμως του συστήματος πρέπει να υπερβεί και το εμπόδιο των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου.

Σύμφωνα με ορισμένους παρατηρητές, δεν μπορεί να αποκλειστεί η υπόθεση ενός μεγάλου συνασπισμού. Ο Μακρόν άλλωστε είναι ο μόνος Πρόεδρος που επανεξελέγη χωρίς να έχει χρειαστεί να συγκυβερνήσει με την αντιπολίτευση, όπως συνέβη με τον Μιτεράν και τον Σιράκ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι ο Μακρόν σχημάτισε στην πράξη το 2017 έναν μεγάλο συνασπισμό στην κυβέρνηση, επιλέγοντας έναν πρωθυπουργό από την Κεντροδεξιά και υπουργούς διαφόρων ιδεολογιών. Το ίδιο θα κάνει πιθανότατα και στο μέλλον. Ο μεγάλος συνασπισμός ή η κατάληψη του Κέντρου, με το εκκρεμές να κινείται μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, έχουν μπει στο DNA του προεδρικού μοντέλου.

Μαζί με τα ανησυχητικά μηνύματα που έρχονται από τη Γαλλία -ο λαϊκισμός, ο ρατσισμός, η εμφάνιση του Ζεμούρ, η εξαφάνιση των κομμάτων- εκδηλώνεται και μια επιθυμία να ανοίξουν νέοι δρόμοι. Ο Μακρόν έχει γίνει lib/lab, ο άνθρωπος που κινείται στο κέντρο. Για τη Δεξιά, είναι ένας συγκαλυμμένος σοσιαλιστής. Για την Αριστερά, είναι ένας προδότης, ένας υποψήφιος που κατασκευάστηκε από τα μεγάλα συμφέροντα που θέλουν να καταστρέψουν το σύστημα κοινωνικής προστασίας και το ακριβό κοινωνικό κράτος. Λίγοι λένε ότι η μεγάλη καινοτομία του Μακρόν έγκειται στη μέθοδο, σε αυτή την επιθυμία να οικοδομηθεί ένα σχέδιο που θα βασίζεται όχι στα κόμματα, αλλά σε διάφορους τομείς και κατηγορίες της σύνθετης και κατακερματισμένης κοινωνίας.

Η ελπίδα της δημοκρατικής Γαλλίας είναι ότι θα συγκροτηθεί ένα νέο ρεπουμπλικανικό μέτωπο που θα απομακρύνει για πάντα τον κίνδυνο της Ακροδεξιάς και θα ανοίξει τον δρόμο σε μια ανανεωμένη δημοκρατία της εναλλαγής. Το κλειδί είναι να ακουστούν οι φωνές της βαθιάς Γαλλίας, η δυσφορία και η απελπισία εκατομμυρίων Γάλλων που δεν έχουν πια καμιά εμπιστοσύνη στα κόμματα και τους θεσμούς.

 

(*) O Μάσιμο Νάβα είναι αρθρογράφος της Corriere della Sera